ντυμένη τα βουβά σου χρώματα
μέσα σε μαγικές φωνές που προσκαλούν
μέσα σε στάλες καθημερινής βροχής
χρόνια που έζησα στη χαμηλή σοφίτα
περιπλανήθηκα στις γειτονιές σου
είδα τους κρόκους να ανθίζουν μέσα στο χιόνι
μέθυσα με το άρωμα των κοριτσιών σου
πλατείες που έχουν κατακτήσει τη γαλήνη
με γύρω τους τα σπίτια του παραμυθιού
απέραντοι κήποι και σκοτεινά παλάτια
βικτωριανά μέγαρα
απίστευτη πόλη
με το χαμόγελο στο πρόσωπο του αστυφύλακα
λεωφορεία κόκκινα με μυθικούς προορισμούς
πόλη της απεργίας
ράθυμη όπως το ποτάμι σου
με την κατάλεπτη επιδερμίδα της ηδονής
παγκόσμια πόλη
με τις χιλιάδες εκδοχές της ίδιας γλώσσας
με τα χιλιάδες πρόσωπα του ίδιου ανθρώπου
με τις χιλιάδες εκκλησιές της ίδιας πλάνης
πόλη που έμαθες να ζεις χωρίς το πάθος
που κρύβεις με στοργή τα λάφυρά σου
στις αίθουσες των μεσαιωνικών κτιρίων
πόλη που κατορθώνεις να φιλοξενείς
και την υπεροψία των αγραμμάτων
και την ελπίδα των κατατρεγμένων
γυναίκες με παράξενα καπέλα
η μυρωδιά του καπνού και του ξύλου
το ευχαριστώ σε κάθε φράση
οι ανεξήγητες επιγραφές
και τα πολύβουα καπηλειά με τη ζεστή τους μπύρα
γυρίζεις κάθε τόσο πολιτεία του βορρά
και φανερώνεσαι χλωμή στον ύπνο μου
λουσμένη στο αβέβαιό σου φως
ποτέ, ποτέ, ποτέ δική μου
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου