κίτρινο ξωτικό, κόκκινος χρόνος


(η σύνθεση έχει σαν βάση έναν πίνακα του Γιάννη Σταύρου, ο οποίος με τη σειρά του βασίζεται σε φωτογραφία του 1954)


το ξωτικό της Εγνατίας που χάθηκε
καμιά φορά το σούρουπο ξαναγυρίζει
λουσμένο στα θολά νερά του χρόνου

στο κίτρινό του πέρασμα μες στην ομίχλη
στο χώμα στρώνονται και πάλι οι ράγες
αρχίζει από το χτες ένα ταξίδι ατέλειωτο
ακούγεται μια μουσική
και ξεπροβάλλουν σπίτια σιωπηλά
μια ελευθερία παράνομη
στην κόκκινη καρδιά του χρόνου

στο κίτρινο του πέρασμα μες στην ομίχλη
δακρύζει κείνο το τίποτα της νιότης μας
που ήταν τα πάντα

το ξωτικό της Εγνατίας που χάθηκε
καμιά φορά το σούρουπο ξαναγυρίζει
στις γειτονιές που δεν υπάρχουν πια
κι από το Χαριλάου ως το Βαρδάρι
χτυπάει το καμπανάκι του
σαν φωτισμένο τραμ και σαν κορίτσι
που υπόσχεται τον ουρανό


το τέλος είναι πάντοτε θλιμμένο

παρόλα όσα ισχυρίζεται η αρχή
το τέλος είναι πάντοτε θλιμμένο.
χωρίς ωραία ενδύματα
το σώμα αναγνωρίζει την αλήθεια του
με τη λευκή σημαία της
η οθόνη άνευ όρων παραδίδεται
στον θεατή που έχει ήδη αποχωρήσει.
το τέλος είναι πάντοτε θλιμμένο
ενώ και πάλι μυστικά
τα χρώματα στην άδεια οθόνη αναδύονται

αιωνιότητα

όλα θα σβήσουν, όλα θα χαθούν.
τα δάκρυα μου στον ωκεανό
τα χρώματά μου στο ουράνιο τόξο
το όνομά μου στα φωνήεντα της σιγής.
όλα θα σβήσουν, όλα θα χαθούν.
κι εσύ μια μέρα
σ' άγνωστα μάτια θ' αγαπήσεις
μεθυστικό κι ανώνυμο
το ίδιο προαιώνιο φως

ο ανεξερεύνητος λόγος της ουτοπίας



πια δεν υπάρχει τόπος
πια δεν υπάρχει χρόνος
πια δεν υπάρχει φως.
για να διαβάσει σιωπηλά το πρώτο θαύμα.
πως χάθηκαν τα ονόματα
πως έλιωσαν τα μάρμαρα
πως σκόρπισαν στο τίποτα οι γκρίζες στάχτες.
τα δάκρυα
οι λέξεις
όλα τα χρώματα κι οι μουσικές
πως συμπυκνώθηκαν στην αρχική γαλήνη.
και με μια κόκκινη έκρηξη
πως κάποτε ακούστηκε
και πάλι ανεξερεύνητος
ο μυστικός λόγος της ουτοπίας

Μυστικά και θαύματα

ο ανεξερεύνητος λόγος της ουτοπίας (2007)

τα μυστικά αρχεία του κόσμου

γράφω τους στίχους που ανακάλυψα
στα μυστικά αρχεία του κόσμου.
με τα πρωτόγονά μου σύμβολα
καταχωρώ την προαιώνια μουσική
που οι μέλλοντες αιώνες θα συνθέτουν με αστραπές.
σαν άνεμος στην πέτρα της ερήμου γράφω
τα ονόματα που δεν προφέρονται.
βυθίζομαι στο απρόσιτο
να ανιχνεύσω τις δικές του λέξεις
το δέος μέσα μου ιχνηλατώ
να ζωγραφίσω το δικό του φως

βουβό τηλεγραφόξυλο του γαλαξία



στο αναλφάβητο τραγούδι
που συνθέτει το σκοτάδι και το φως
και στο βουβό τηλεγραφόξυλο του γαλαξία.
στα απαγορευμένα μυστικά και θαύματα
και στον ανεξερεύνητο λόγο της ουτοπίας.
σε κάθε αγγελτήριο της απουσίας του
πίσω από κάθε φόνο
και στις χιλιάδες γλώσσες της σιγής.
πατρίδα μου, ονομάζεσαι ανυπαρξία
ανυπαρξία, το όνομα σου είναι θεός

ουτοπία



το ωμέγα ως ωκεανός
ως χώμα και ως φως.
ο χρόνος ως αιώνιο δευτερόλεπτο
ο χώρος ως μοναδικό σημείο.
το ανερμήνευτο που κάποτε εγκαθίδρυσε
και τώρα ανατρέπει
την τάξη αυτού του κόσμου.
εκείνο που όλους μας αξίζει
το όνειρο που είναι εγγεγραμμένο
στα κύτταρά μας και στον ουρανό

ένα λιβάδι μέσα στην ομίχλη που ονειρεύεται





νάμασταν, λέει
τραγούδι σε παλιό γραμμόφωνο
δέντρο σε καλοκαιρινό ψιλόβροχο
ένα λιβάδι μέσα στην ομίχλη που ονειρεύεται.
ή μήπως νάμασταν
εκεί ψηλά τα κεραμίδια πλάι στην καπνοδόχο
την ώρα πού όρθιος ξαποσταίνει ο πελαργός.
κι ύστερα, λέει
να φύτρωναν κόκκινα
κατακόκκινα φτερά στους ώμους μας
στα μάτια μας ένας κιτρινισμένος χάρτης για τον ουρανό.
να ταξιδέψουμε πέρα απ' τον πόνο και τον θάνατο.
νάμασταν, λέει
με κόκκινα φτερά
ένα λιβάδι μέσα στην ομίχλη που ονειρεύεται

μυστικά και θαύματα, 1






η μάταιη γνώση θάμπωσε το βλέμμα τους
ψιθύρισε η πνοή του ανέμου
και το ασήμι χαμογέλασε δειλά
στα φύλλα της ελιάς.
μ' αυτόν τον τρόπο παίζεται
η τυφλόμυγα του κόσμου.
πέρα μακριά,
πριν και μετά,
μέσα τους ίσως και τριγύρω.
το κάθετι ένα τίποτα
κι ένα αιώνιο μυστικό
το κάθετι ένα τίποτα
και ένα θαύμα