σκορπίζοντας ανταύγειες τα μεσάνυχτα
ψιθύρισε η γαρδένια στο περβάζι μου
με το λευκό της άρωμα
απόρησε μες στις πευκοβελόνες το σπουργίτι
ραμφίζοντας τα ψίχουλα του ανέμου
εγώ κι εσείς
κι όλα όσα βλέπετε είναι θαύματα
τους χαμογέλασε δειλά η άνοιξη τριγύρω
και θαύματα όσα ποτέ σας δεν θα δείτε
με θαύματα γεννιέται πάντα και πεθαίνει ο κόσμος
με θαύματα που κρύβονται μέσα στο φως
πριν απ’ το φως
πέρα απ’ το φως