στις κορυφογραμμές του τίποτα



σε χαραμάδες μυστικές
δειλά ανατέλλει το χαμόγελο
πρώτα τα χείλη κυριεύει
σκορπίζει ύστερα και διαχέεται
αναζητώντας τις πηγές
αστράφτει στην επιδερμίδα
εγκαθιστά προφυλακές στα υψώματα
πυκνώνει τις λεπτές ρυτίδες
βυθίζεται και λούζεται
μέσα στις κόρες των ματιών
έτσι γυμνό και ακέραιο
αρχίζει ένα λυτρωτικό χορό
κι ανάβει όλα τα φώτα
στις κορυφογραμμές του τίποτα

το προαιώνιο ρίγος


προφέρεται στη μοναξιά και τη σιγή
στις παρυφές του ονείρου
την ώρα που οι νεκροί υφαίνουν έξω το σκοτάδι
και εισρέει από τις χαραμάδες
σαν κόκκινο κρασί η ανάσα τους
με δέος προφέρεται η ποίηση
καθώς προφέρει ανθίζοντας
ένα ξερό κλαδί το προαιώνιο ρίγος του

ποίηση, 2

όταν λυγίζει από καρπούς
ένα μοναχικό κλαδί στον άνεμο
όταν στην προαιώνια θάλασσα
αστράφτει ένα κόκκος άμμου
όταν του ναυαγού η ψυχή
ανεμίζει στον άδειο ορίζοντα
όταν η βεβαιότητα του τίποτα
προστίθεται στον πόνο
κι όμως η κάθε λέξη σχηματίζεται με αγάπη
όταν τα πάντα παραμένουν ανεξήγητα
κι όμως ανοίγει ένας φεγγίτης
στις μυστικές προσβάσεις τ' ουρανού
όταν αυτόν τον δρόμο μόνο ξέρεις
τον δρόμο μέσα στην ομίχλη

ένας ξένος από παλιά στο σπίτι μας

το ποίημα επιλέγει τον δικό του χρόνο για να γεννηθεί
είναι ένας ξένος που κατοικεί από παλιά στο σπίτι μας
κυκλοφορεί στο υπόγειο
και λούζεται με φως στο υπερώο
διαβάζει ένα ένα τα χειρόγραφά μας
αποκρυπτογραφεί τις μυστικές φωνές
που ταξιδεύουν μέσα μας
και πίνει για να μεγαλώσει
γιαυτό και είναι πάντα μεθυσμένο
το ποίημα επιλέγει τον δικό του χρόνο για να γεννηθεί
όπως πριν από μας επέλεξε αυτό το σπίτι για να κατοικήσει

δεν είναι αυτό το σπίτι ακατοίκητο



σαν πεινασμένο αγρίμι
η μνήμη στο μπαλκόνι περιφέρεται
θαμπώνοντας τα τζάμια με το χνώτο της
φλόγες αστράφτουν στα γαλάζια μάτια της
τα χείλη αγγίζουν λέξεις νοτισμένες στην αλμύρα
στο βάθος κάπου ακούγονται φωνές
ένα φόρεμα ανοιξιάτικο θροϊζει
η πόρτα μισανοίγει σαν χαμόγελο

δεν είναι αυτό το σπίτι ακατοίκητο
δεν χάθηκα σ' αυτή την πόλη μόνος

αρχαία πυξίδα

μια αιωνιότητα μετά
είμαστε πάντοτε θρυμματισμένα αστέρια
στην άλλη άκρη τ' ουρανού
κι είναι το κάθε κύτταρό μας αρχαία πυξίδα
που μέσα απ' τη μεγάλη σκοτεινιά
αλάνθαστα μας κατευθύνει στην πατρίδα
απορημένη η ψυχή μας αναπέμπεται στο χάος
έκθαμβη παραδίδεται στο άπειρο
εκεί όπου αναδύονται και τελικά ερμηνεύονται
οι μυστικές γραφές της ουτοπίας

έζησα


έζησα
μια κόκκινη αχνή γραμμή
μια λάμψη ίσως ή φωνή
μια ανάσα στο νερό
έζησα
σε δρόμους καθημερινούς
στον άνεμο και στη φωτιά
στον ουρανό
έζησα
για το δικό σου άγγιγμα
κι ένα χαμόγελο παιδιού
στον κόσμο αυτό του φόνου
έζησα
και είμαι ακόμη εδώ
μια κόκκινη αχνή γραμμή
μια λάμψη ίσως ή φωνή
μια ανάσα στο νερό

ο προορισμός του ονείρου



θα ξαναγεννηθούμε σε μιαν άλλη χώρα
θ' ανακαλύψουμε και πάλι τις πρώτες λέξεις
και θα προφέρουμε περήφανα
κάθε ελάχιστο αυτονόητο
στη γνώση μάταια θ' αναζητήσουμε τον κόσμο
θα περιπλανηθούμε στους μεγάλους δρόμους
με τις σειρήνες μέσα στην ομίχλη
και κάποτε έκθαμβοι θα συναντήσουμε
την πρώτη μας αγάπη
στα μάτια μας θ' αστράφτει
η ίδια προαιώνια λάμψη

τίποτα δεν θα θυμηθούμε
και τίποτε δεν θάχουμε ξεχάσει

το χάραμα δεν έχει μνήμη


το χάραμα δεν έχει τραύματα και ουλές
δεν έχει μνήμη
δεν έλαμψε ποτέ πάνω από δάκρυα και χαμό
δεν φώτισε εκτελέσεις
γιαυτό σαν από θαύμα αστράφτει
και πάλι στην αιώνια εφηβεία του
λέει, καλημέρα σας παιδιά
αγγίζει εδώ κι εκεί τα δέντρα
πιάνει κουβέντα με το αδέσποτο σκυλί
το χάραμα δεν έχει μνήμη
έχει μονάχα ένα βαθύ γαλάζιο φως
και το απλώνει χωρίς δισταγμό πάνω στον κόσμο

προδομένες λέξεις

στις ίδιες λέξεις επανέρχομαι μονότονα
αυτές που έκαναν κουρέλι οι αιώνες
οι ίδιες λέξεις από μέσα μου αναβλύζουν

κόκκινο και βαθύ γαλάζιο, επανάσταση
αγάπη, όνειρο και θαύματα του κόσμου
χώμα στον ουρανό και μυστικά, ελευθερία
και πάνω απ' όλα η πατρίδα που είναι φως
και πάνω απ' όλα η ψυχή μου που είναι φώς

στις ίδιες λέξεις επανέρχομαι μονότονα
στο αίμα μου και στο άγνωστο που είμαι

δικαιοσύνη

για πρώτη κι έσχατη φορά
θα απονεμηθεί δικαιοσύνη
στον ουρανό θα σβήσουν τα μεγάλα φώτα
στα μάτια μας θα σβήσει η λάμψη
στα στήθη ο πόνος
τα γράμματα θα εξατμιστούν
και οι σελίδες θα επανακτήσουν τη λευκότητά τους
στην αρχική αθωότητα
το άγιο σκοτάδι θα μας εξισώσει
όλα θα ξαναγίνουν χώμα
όλα θα παραμείνουν ανεξιχνίαστα
και θ' απλωθεί μπροστά μας το μεγάλο τίποτα
και η απόλυτη ελευθερία

όταν ανθίζει κρύβεται

στους πίνακες απλώνονται χρώματα μυστικά
τα πιο ωραία ποιήματα γράφονται χωρίς λέξεις
όταν ανθίζει κρύβεται
και με τους ήχους χάνεται
το κάτι αυτής της άλλης μουσικής
και εμφανίζονται σκιές
θρυμματισμένα σύμβολα
ίχνη που οδηγούν σε νέα αινίγματα
και η σιγή
η απόλυτη πυκνότητα
το ανέκφραστο λυτρωτικό σαν μοίρα
σαν πατρίδα

αιώνια μουσική ανεξιχνίαστη

ήχοι
θραύσματα ήχων
μέσα στους ήχους ανεξιχνίαστα
γράμματα
θραύσματα λέξεων
μέσα στις λέξεις ανεξιχνίαστα
πρόσωπα
ίχνη προσώπων
πάνω στο πρόσωπο ανεξιχνίαστα
ήχοι στους ήχους
λέξεις στις λέξεις
πρόσωπα στον καθρέφτη
ποτάμι στο ποτάμι
αιώνια μουσική
από το τίποτα στο τίποτα
ανεξιχνίαστη