σαν πεινασμένο αγρίμι
η μνήμη στο μπαλκόνι περιφέρεται
θαμπώνοντας τα τζάμια με το χνώτο της
φλόγες αστράφτουν στα γαλάζια μάτια της
τα χείλη αγγίζουν λέξεις νοτισμένες στην αλμύρα
στο βάθος κάπου ακούγονται φωνές
ένα φόρεμα ανοιξιάτικο θροϊζει
η πόρτα μισανοίγει σαν χαμόγελο
δεν είναι αυτό το σπίτι ακατοίκητο
δεν χάθηκα σ' αυτή την πόλη μόνος
η μνήμη στο μπαλκόνι περιφέρεται
θαμπώνοντας τα τζάμια με το χνώτο της
φλόγες αστράφτουν στα γαλάζια μάτια της
τα χείλη αγγίζουν λέξεις νοτισμένες στην αλμύρα
στο βάθος κάπου ακούγονται φωνές
ένα φόρεμα ανοιξιάτικο θροϊζει
η πόρτα μισανοίγει σαν χαμόγελο
δεν είναι αυτό το σπίτι ακατοίκητο
δεν χάθηκα σ' αυτή την πόλη μόνος
Ποιητή,
ΑπάντησηΔιαγραφήη Λήθη που είναι?
συνηθως κυκλοφορουν παρεα αυτες οι δυο,
τουλαχιστον στο ξωτικο μου μυαλο . . .
Παρέα αλλά τις χωρίζει η Αχερουσία, καλό μου ξωτικό. Η Λήθη είναι η αδελφή του Θανάτου και του Ύπνου και βρίσκεται στον Άδη για να επουλώσει όλες τις πληγές που άφησε στο διάβα της η Μνήμη.
ΑπάντησηΔιαγραφήΚι από τη λήθη ανθίζει πάλι ο κόσμος. Αυτός ο παράξενος κόσμος, ο μαγικός και ανεξιχνίαστος. Σαν να μην χάθηκε τίποτα ποτέ.
Τόλη, καλησπέρα, για πέρνα μια βόλτα απ΄το μπλογκ μου .φΙΛΆΚΙΑ
ΑπάντησηΔιαγραφήΕίπα κι εγώ «τι να έχει άραγε η Κατερίνα στο ιστολόγιό της, τι να έχει;» Είδα και σε ευχαριστώ και πάλι. Καλοτάξιδα τα δύο ξαδερφάκια («ώρα καλή στην πρύμνη τους κι αέρα στα πανιά τους κι ούτε πουλί πετάμενο να μην βρεθεί μπροστά τους»).
ΑπάντησηΔιαγραφή