στο πάτωμα διακρίνω σχήμα ακαθόριστο
ίσως μικρό χαρτί σκισμένο
αχνό κουρέλι
και σκύβω για να το σηκώσω
μα με ξεγέλασε
μια αδέσποτη του ήλιου αχτίδα
που ξέφυγε από τις κουρτίνες
και κάτω εκεί παράξενα
τα δάχτυλα και την παλάμη μου
τώρα φωτίζει
ή μήπως πρόκειται
για την εξαίσια λάμψη εκείνη
στο πρωινό χαμόγελό σου
που γλίστρησε και έπεσε
από τα θαμπωμένα μάτια μου