τι


τι σκοτεινό ποτάμι η μνήμη
για να πνιγείς ή ν’ ανασάνεις
ν’ απλώσεις ένα χέρι στο κενό

τι μουσική πάνω στους τάφους
και τι πολύχρωμα φορέματα
τι θρίαμβος της καρδιάς
πικρός

σαν ένα χάραμα με δίχως φως
σαν ένα σούρουπο με δίχως νύχτα
σαν μια ζωή

τι άδειος ουρανός η μνήμη
κόκκινο σύννεφο που πάει να διαλυθεί
και λάμπει

αργά το βράδυ


η μουσική αργοσβήνει
και ξεθωριάζουν
τα χρώματα και οι λάμψεις

με την ανάσα της
στην πέτρα και το σίδερο
η γειτονιά ησυχάζει
κάπου μακριά
μια εξάτμιση πυροβολεί
το προαιώνιο πυκνό σκοτάδι

πίσω απ’ τα κλειστά παραθυρόφυλλα
είναι αργά
πολύ αργά το βράδυ

οι σκόρπιες ζωγραφιές ψηλά
και οι τυφλές οθόνες αντικρίζουν
ατέλειωτες σειρές βιβλία στα ράφια
μάταιες επικλήσεις
χρόνο ατέλειωτο χωρίς επιστροφή
κι ανάμεσα σε μια γωνιά
εκεί που ένα κορίτσι
ξένοιαστα χαμογελάει στο κάδρο
κι ο τοίχος ανεπαίσθητα ραγίζει
μόνος με βλέμμα αμίλητο
κάθεται ένας άντρας
και θυμάται

είναι αργά
πολύ αργά το βράδυ