χτυπάω όλη τη νύχτα
τη σιδερένια εξώπορτα
περίτεχνη
με τις θαμπές της παραστάσεις
ασήκωτη
με αιώνων μνήμες
χτυπάω όλη τη νύχτα
τόσο που μάτωσαν τα χέρια
ένα-ένα έσπασαν τα δάχτυλά μου
το ξέρω πως δεν μ’ ακούει κανείς
αυτή την ώρα η γειτονιά κοιμάται
κι ούτε ένα δεν φωτίζεται παράθυρο
το ξέρω πως το σπίτι
είναι από χρόνια ακατοίκητο
ερειπωμένο
κανείς δεν περιμένω να μ’ ανοίξει
ούτε κι εκείνα τα φαντάσματα
που ακόμα τριγυρίζουν
ανάμεσα στους γκρεμισμένους τοίχους
που ακόμα λάμπουν
όπως το πρώτο φως το χάραμα
όμως δεν έχω άλλο σπίτι
άλλη πατρίδα
χτυπάω για ν’ ανοίξω εγώ από μέσα
(δημοσιεύτηκε στο ηλεκτρ. περ. e-poema-eu ..., τεύχ. 12, Σεπτ. 2010)