ερήμωσε απόψε η παραλία
χωρίς ν’ ανθίζει ούτε ένα φως
στο μαύρο χώμα τ’ ουρανού.
κι έμειναν μόνα τους τα εφηβικά μας χρόνια
να περιμένουν το πλοίο για την απέναντι ακτή.
Λευκή το λένε πάντα ή Ευδοκία
αστράφτει τώρα μέσα στην ομίχλη
λες κι είναι χάραμα
λες κι είναι εξαίσιος ήχος μυστικός.
και να που ακούγονται φωνές
τραγούδια στο κατάστρωμά του
και να που κόκκινα φορέματα ανεμίζουν
για μια στιγμή η νύχτα πλημμυρίζει φως.
ερήμωσε απόψε η παραλία
και μέσα στο ψιλόβροχο
έμεινε μόνη της η επίκληση στους φανοστάτες
στα ξεχασμένα πρόσωπα
η μάταιη, η αιώνια προσδοκία
(από τη συλλογή Το μυστικό αλφάβητο, 2010)